ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

Ποιοι απεχθάνονται τη διοικητική -και όχι μόνο- μεταρρύθμιση στη χώρα;

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 9:28:00 π.μ. |
Του Νίκου Σπ. Ζέρβα
Πολιτικού Επιστήμονα Πανεπιστημίου Αθηνών.

 Ενώ το ’’πρότυπο της Αργεντινής’’, που ορέγονταν κάποιοι διεκδικητές της εν Ελλάδι εξουσίας, κατέρρευσε για δεύτερη φορά μέσα σε 13 χρόνια -αποδεικνύοντας περίτρανα, ότι μονομερείς ενέργειες στις διεθνείς σχέσεις δεν χωρούν!-, το ελληνικό κράτος δείχνει πως, έστω και με αργά βήματα, αρχίζει πλέον να αναστυλώνεται. Η τουριστική κίνηση για δεύτερη συνεχή χρονιά ξεπερνά κάθε προσδοκία, το επενδυτικό ενδιαφέρον ξένων προς την πατρίδα μας αναθερμαίνεται συνεχώς, η δε αισιοδοξία από την πλευρά των πολιτών φαίνεται πως αποκαθίσταται. Καθοριστικό ρόλο σε όλα τα προαναφερθέντα έχει διαδραματίσει το αίσθημα εμπιστοσύνης και ασφάλειας, που εδραίωσαν στη χώρα η πολιτική σταθερότητα των τελευταίων δύο (2) ετών, και πολύ περισσότερο οι μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις, που έπρεπε να είχαν πραγματοποιηθεί εδώ και χρόνια στο ελληνικό κράτος, δομώντας ένα ευέλικτο, αποτελεσματικό και προπαντός φιλικό προς τους πολίτες Δημόσιο. Ένα νέο Δημόσιο, του οποίου θεμελιωτής τείνει να εξελιχθεί το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και ο αρμόδιος υπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.

Τί έχει καταφέρει όμως η ηγεσία του ανωτέρω Υπουργείου μέσα σ’ ένα χρόνο;

Κατ’ αρχάς, μεταξύ των επιτευγμάτων της συγκαταλέγεται η πάταξη των γραφειοκρατικών διαδικασιών, που ταλάνιζαν τον βίο χιλιάδων πολιτών. Η άρση των διοικητικών βαρών, το κόστος των οποίων ανερχόταν στο 7% του ΑΕΠ, ήτοι 15 δισ. ευρώ ετησίως, επιτυγχάνεται μέσω μιας σειράς, ήδη θεσπισθεισών, ρυθμίσεων, όπως η κατάργηση της υποβολής επικυρωμένων αντιγράφων κατά τις συναλλαγές με το Δημόσιο, και η επίσης κατάργηση της δημοσίευσης των ισολογισμών και τροποποιήσεων του καταστατικού εταιριών στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ενθαρρύνεται το επιχειρηματικό ενδιαφέρον στην πατρίδα μας, παρέχονται δε σημαντικές διευκολύνσεις κατά τις συναλλαγές των πολιτών με το Δημόσιο. Ως προς το τελευταίο άλλωστε, εξαιρετικά σημαντική ήταν η συμβολή του προγράμματος διαθεσιμότητας-κινητικότητας, που παρά τις όποιες επικρίσεις του, επέτυχε την ανακατανομή του προσωπικού από πολυπληθείς, σε υπηρεσίες με πραγματικές ανάγκες.

Ωστόσο, κορωνίδα των προσπαθειών της παρούσας ηγεσίας του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης για μια νέα, αναγεννημένη Δημόσια Διοίκηση, αποτελεί η υιοθέτηση των διαδικασιών της συγκριτικής αξιολόγησης, όπως επίσης και το νέο σύστημα επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων. Για πρώτη φορά στα ελληνικά δεδομένα, μόλις πριν από λίγους μήνες προκρίθηκε μια απολύτως διαφανής, αντικειμενική και σταθμισμένη διαδικασία αξιολόγησης του υπαλληλικού προσωπικού, έναντι των ανίερων μεθοδεύσεων εξισωτισμού του μέχρι πρόσφατα παρελθόντος. Έναντι, δηλαδή, της βαθμολόγησης του συνόλου του προσωπικού με 9άρια και 10άρια από κάθε είδους ’’Ποντίους Πιλάτους’’, όπως υπηρεσιακά συμβούλια και προϊσταμένους. Στο εξής, με τις πρακτικές της συγκριτικής αξιολόγησης αναδεικνύονται μεν οι πραγματικά άριστοι και άξιοι υπάλληλοι, για τους δε λιγότερο αποδοτικούς (το 15% του συνόλου τους εντός μιας υπηρεσίας), δεν προβλέπεται η απόλυση, όπως διαμηνύουν σύγχρονες Κασσάνδρες, αλλά η υποχρεωτική συμμετοχή τους σε επιμορφωτικά προγράμματα για τη βελτίωση των αναλόγως του αντικειμένου δεξιοτήτων τους.

Εκείνο δε που θ’ αλλάξει πραγματικά τη Δημόσια Διοίκηση, όπως τη γνωρίζουμε στην Ελλάδα, είναι το προσφάτως θεσπισθέν σύστημα επιλογής προϊσταμένων. Υιοθετώντας στοιχεία από αντίστοιχα συστήματα άλλων προηγμένων κρατών -Γαλλίας, Ιρλανδίας, Γερμανίας, Ολλανδίας-, η επιλογή προσώπων που θα καλύπτουν θέσεις ευθύνης, θα στηρίζεται στο εξής κυρίως στα δυναμικά και όχι τόσο στα τυπικά τους προσόντα. Αντί για την ηλικιακή επετηρίδα, τα έτη προϋπηρεσίας ενός υπαλλήλου, οι νέοι τμηματάρχες, διευθυντές και γενικοί διευθυντές θα επιλέγονται βάσει κριτηρίων και προϋποθέσεων, απαραιτήτων για την κατάληψη κάθε σημαντικής θέσης. Τί να τα κάνεις τα πτυχία ξένων γλωσσών, τα μεταπτυχιακά και τα διδακτορικά, εάν ένας προϊστάμενος δεν διαθέτει τα στοιχεία του leader, του ιθύνοντα νου και καθοδηγητή του υπολοίπου προσωπικού, που θα κληθεί κάποια στιγμή να υπερβεί μια σοβαρή υπηρεσιακή κρίση; Γι’ αυτό και στις νέες διαδικασίες θα μπορούν να συμμετάσχουν, και ενδεχομένως να επιλεγούν, αναλόγως της θέσης, ακόμα και νεαροί στην ηλικία υπάλληλοι, αρκεί οι τελευταίοι να διαθέτουν ικανότητες αναλυτικού και συμπεριφορικού χαρακτήρα, περιλαμβανομένης της διεύθυνσης, του management δηλαδή μιας δημόσιας υπηρεσίας. Οι δε αρχές της διαφάνειας, της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας για την επιλογή, εξασφαλίζονται από την ενεργό συμμετοχή και την καθολική εποπτεία του ΑΣΕΠ σε όλα τα στάδια της ανωτέρω διαδικασίας, σε συνδυασμό όμως και με την τεχνοκρατική γνώση και χροιά, που θα της προσδίδουν στελέχη προερχόμενα από τη σφαίρα της ιδιωτικής οικονομίας.

Βέβαια, όπως σε κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια στη χώρα μας, έτσι και στην προεκτεθείσα, σχεδόν αμέσως εντοπίστηκαν διάφοροι αντιδρώντες, ειδικά σε ό,τι αφορά τη συγκριτική αξιολόγηση. Αντιδρώντες, που ενώ λυμαίνονταν για δεκαετίες το ελληνικό Δημόσιο, αποκομώντας τεράστια οφέλη -οικονομικά, εργασιακά, πολιτικά, εκλογικά-, και που ευθύνονται για την τραγική του κατάσταση, επιθυμούν και επιδιώκουν με κάθε μέσο τη διατήρηση των κεκτημένων τους, και κατά συνέπεια την παραμονή του στην αναποτελεσματικότητα, στη φθορά, στην απαξίωση. Ενδιαφέρον έχει λοιπόν να δούμε ποιες είναι αυτές οι άμωμες παρθένες που αντιδρούν.

Κατ’ αρχάς, οι αντιδράσεις προήλθαν από τους ίδιους τους υπαλλήλους. ΟΧΙ όμως απ’ όλους τους υπαλλήλους, αλλά από συγκεκριμένες μειοψηφίες. Μειοψηφίες πρώτον βολεμένων, «ημετέρων», που από το καθεστώς της πλήρους ανομίας, τους έχει πλέον κυριεύσει ο φόβος των αποτελεσμάτων της επικείμενης αξιολόγησης. Μειοψηφίες επίσης, υπαλλήλων νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και διαφόρων άλλων δημοτικών φορέων, που έχοντας τη νοοτροπία του «κράτους εν κράτει», νιώθουν ότι δεν έχουν την υποχρέωση να δίνουν λόγο για τα πεπραγμένα τους στην κεντρική διοίκηση. Μειοψηφίες ακόμα, μπαρουτοκαπνισμένων στους αντιμεταρρυθμιστικούς αγώνες, υπαλληλικών συντεχνιών (βλ. ’’λευκή απεργία’’ ΑΔΕΔΥ, απεργίες ΠΟΕ-ΟΤΑ κλπ), που εθελοτυφλώντας μπροστά στη διαχρονική τραγικότητα της κατάστασης του ελληνικού Δημοσίου, για την οποία φέρουν τεράστιες ευθύνες, μάχονται για να διατηρήσουν ανέπαφα τα ’’τσιφλίκια’’ τους. Τέλος, και δυστυχώς για τους ίδιους και για τον τόπο, μειοψηφίες υπαλλήλων, που στέκονται μοναχά στα τυπικά τους προσόντα -τα οποία αντικειμενικά διαθέτουν, έχοντας τα αποκτήσει με περίσσιο κόπο, όπως οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης-, πλην όμως παρά το μορφωτικό τους επίπεδο, αδυνατούν να διαπιστώσουν και να παραδεχθούν τις νέες συνθήκες και απαιτήσεις, που διαμορφώνονται για το κράτος στη σύγχρονη διακυβέρνηση.

Από την παρέα των αντιδρώντων όμως, δεν δύναται να εκλείπουν και πολιτικοί ταγοί της χώρας, αντιπολιτευόμενοι και συμπολιτευόμενοι. Οι μεν πρώτοι, και κυρίως οι προερχόμενοι εξ’ Αριστεράς, είναι πλέον αδιαμφισβήτητο ότι έχουν αλλεργία απέναντι σε κάθε έννοια αξιολόγησης, όπου και εάν αυτή απευθύνεται. Παρομοίως, αδυνατούν να μη βλέπουν φαντάσματα του μαρξιστικού παρελθόντος μπροστά στις έννοιες ιδιώτης, ελεύθερη αγορά, κεφάλαιο κλπ.. Αλγεινή ωστόσο εντύπωση προκαλούν και οι προερχόμενες από την πλευρά της συγκυβέρνησης φωνασκίες. Φωνασκίες άλλων υπουργών, του τύπου ’’απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο’’, βασισμένες στην αγωνία επανεκλογής τους. Φωνασκίες επίσης, δίχως ίχνος αυτοκριτικής, απλώς ως προσπάθεια επαναθεμελίωσης του ’’κοινωνικού’’-λαϊκιστικού-κρατικιστικού-πατερναλιστικού παρελθόντος από την πλευρά του δεύτερου τη τάξει κυβερνητικού εταίρου. Τέλος, φωνασκίες μεμονωμένων γραφικών τύπων -μελών των κοινοβουλευτικών ομάδων της συγκυβέρνησης- για τη διεκδίκηση μιας ενδεχόμενης μελλοντικής τους υπουργοποίησης.

Αντιμέτωπη με όλες τις παραπάνω αναχρονιστικές λογικές, που απεχθάνονται κάθε έννοια μεταρρύθμισης, έρχεται καθημερινά η ηγεσία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Εάν καταφέρει και παραμείνει σταθερή στις αρχές και τις αξίες που πρεσβεύει, κλείνοντας τα αυτιά απέναντι στις αντιπολιτευτικές και συμπολιτευτικές Σειρήνες, η ηγεσία και ο ίδιος ο υπουργός προσωπικά, θα μείνουν στην ιστορία ως εκείνοι, που παρά τις όποιες αντιξοότητες, γύρισαν τη σελίδα για τη Δημόσια Διοίκηση στη χώρα, όντας υπεύθυνοι για την ποιοτική της αναβάθμιση. Εάν δε περιπέσουν και οι ίδιοι στη λογική του λαϊκισμού και της προάσπισης των κεκτημένων, θα βυθιστούν και αυτοί με τη σειρά τους στην αφάνεια. Ευχόμαστε και ελπίζουμε για το πρώτο.



Νίκος Σπ. Ζέρβας,
Πολιτικός Επιστήμονας Πανεπιστημίου Αθηνών.
ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ