Η Παλιά Πόλη του Ναυπλίου, με τις βενετσιάνικες επάλξεις, τα αναγεννησιακά ακροκέραμα και τα ημιφωτισμένα σοκάκια της, δεν είναι μόνο ένα πολυφωτογραφημένο σκηνικό. Είναι ένας ιστορικός τόπος με συνεχή κατοίκηση, μνήμη και κοινωνικό ιστό. Ή τουλάχιστον ήταν.
Το Προεδρικό Διάταγμα του 1988 (ΦΕΚ 38 Δ’/1989), που τη χαρακτηρίζει ως παραδοσιακό οικισμό και επιβάλλει αυστηρούς όρους δόμησης, χρήσης γης και αισθητικής, συνιστά θεσμικό εργαλείο προστασίας. Όμως, η σταδιακή του καταστρατήγηση συντελεί στην αποψίλωση της ίδιας της ταυτότητας της πόλης. Και αυτή η καταστρατήγηση δεν είναι ούτε αθώα ούτε αόρατη. Έχει ονοματεπώνυμα και δομές.
Η ανομία στην Παλιά Πόλη δεν είναι εξαίρεση· έχει γίνει συνήθεια. Νέα καταστήματα εστίασης ξεφυτρώνουν σε ζώνες αμιγούς κατοικίας. Ηχορύπανση, τραπεζοκαθίσματα χωρίς άδεια, παράνομες χρήσεις χώρων, κατάληψη κοινόχρηστων επιφανειών, διαφημιστικές επιγραφές χωρίς έγκριση — όλα συνθέτουν ένα τοπίο όπου ο Νόμος υπάρχει μόνο στα ΦΕΚ, όχι στους δρόμους.
Και οι αρμόδιες υπηρεσίες;
Η ΥΔΟΜ χορηγεί άδειες ή σιωπά σε αυθαίρετες διαμορφώσεις.
Ο Δήμος, μέσω της Διεύθυνσης Τοπικής
Ανάπτυξης, επιτρέπει ή κάνει τα στραβά μάτια
σε αντικανονικές χρήσεις γης. Το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής μετατρέπεται
σε διακοσμητικό όργανο.
Η Εφορεία Αρχαιοτήτων υποχωρεί σε επεμβάσεις
που αλλοιώνουν την όψη και τον χαρακτήρα της πόλης.
Η Δημοτική Αστυνομία
υπάρχει μόνο στα χαρτιά, χωρίς προσωπικό και επιχειρησιακή παρουσία.
Η Ελληνική Αστυνομία
αποφεύγει να εμπλακεί σε θέματα «χαμηλής προτεραιότητας». Όλοι βλέπουν και
σιωπούν, ή χειρότερα: βλέπουν και νομιμοποιούν.
Το αποτέλεσμα;
Η Παλιά Πόλη μετατρέπεται σταδιακά σε τουριστικό πάρκο χρήσης μίας νύχτας ή
ενός Σαββατοκύριακου χωρίς κοινωνική
συνοχή. Οι μόνιμοι κάτοικοι υποχωρούν, είτε εξαναγκάζονται να μετακομίσουν από
όχληση και υποβάθμιση, είτε παραχωρούν
τα σπίτια τους σε <επιχειρηματίες>
για να τα σώσουν, αδυνατώντας οι ίδιοι να επωμισθούν τα έξοδα αναπαλαίωσης,με
αποτέλεσμα τα αναπαλαιωμένα σπίτια στην συντριπτική τους πλειοψηφία να
μετατρέπονται σε πανσιόν ή Airbnb, είτε παραδίδονται στη σταδιακή αλλοτρίωση. Οι
νέοι έρχονται μόνο για διασκέδαση — η πόλη γι’ αυτούς δεν είναι πια τόπος ζωής
αλλά σκηνή αναλώσιμης εμπειρίας και τόπος επίδειξης, ανεβοκατεβαίνοντας τα
σοκάκια και τους δρόμους της με τις θορυβώδεις μηχανές τους και τα αμάξια τους,
βάζοντας τον ήχο της μουσικής που ακούν στη διαπασών — έτσι, στο τέρμα — για το
φαίνεσθαι, αδιαφορώντας για τις συνέπειες στα παλιά σπίτια που τρίζουν.
Και μέσα σ’ αυτή την έκπτωση, η παρακαταθήκη της Ευαγγελίας Δεϊλάκη, της
εμβληματικής μορφής της αρχαιολογικής προστασίας στην πόλη, ηχεί σαν ειρωνεία.
Η ίδια πάλεψε για να διασωθεί ο χαρακτήρας του
Ναυπλίου από την εμπορευματοποίηση. Σήμερα, όσοι έχουν αρμοδιότητα, δείχνουν
μια ατολμία που ισοδυναμεί με συνενοχή.
Αν το σημερινό καθεστώς δεν ανατραπεί με
αποφασιστικότητα και έλεγχο, τότε η Παλιά Πόλη του Ναυπλίου δεν θα είναι πια
ούτε παλιά ούτε πόλη. Θα είναι ένα ψυχρό περίγραμμα μνήμης, χωρίς κοινωνία,
χωρίς συνέχεια — ένα «ωραίο φάντασμα» για το Instagram.
Η προστασία δεν μπορεί να έρχεται εκ των υστέρων. Ούτε να ζητείται ως χάρη.
Είναι υποχρέωση. Και αν δεν το καταλάβουν οι θεσμοί, θα το καταλάβουμε μόνο από
την απουσία: από τα σπίτια που άδειασαν, από τις φωνές που έσβησαν, από τη ζωή
που έφυγε.
Ίσως αυτό επιζητούν και μερικά επιχειρηματικά συμφέροντα, αγνοώντας ότι η
πλήρης εμπορευματοποίηση ενός τόπου οδηγεί στην απονεύρωσή του. Όταν οι
κάτοικοι πάψουν να υπάρχουν, δεν θα μείνει τίποτα να πουληθεί που να έχει
αληθινή αξία. Η Παλιά Πόλη δεν είναι προϊόν· είναι οργανισμός, και κάθε
οργανισμός χωρίς ζωή καταρρέει.
Αντί για πολιτικές εκδίωξης, χρειάζονται ουσιαστικά κίνητρα παραμονής.
Οικονομικές διευκολύνσεις, ελαφρύνσεις για παραδοσιακά επαγγέλματα, υποστήριξη
στην κατοικία, ενίσχυση της τοπικήςμικροκοινωνίας, σεβασμός στις ώρες κοινής
ησυχίας, πραγματική αστυνόμευση της ηχορύπανσης και του κυκλοφοριακού χάους. Να
γίνουν και πάλι οι δρόμοι προσπελάσιμοι και οι πλατείες κατοικήσιμες. Να
επανασυνδεθεί ο τόπος με τη ζωή του.
Αν δεν ενισχυθούν οι άνθρωποι που επιμένουν να ζουν και να δημιουργούν στο
ιστορικό κέντρο, τότε δεν σώζεται ούτε η καθημερινότητα ούτε η κληρονομιά.
Χωρίς αυτούς, η Παλιά Πόλη θα είναι παρελθόν, ακόμη κι αν τα κτήρια μείνουν
όρθια.
Είναι ανάγκη να τεθεί ξεκάθαρα:
η εξεύρεση ισορροπίας μεταξύ τουριστικής
ανάπτυξης και σεβασμού των ιστορικών χαρακτηριστικών της πόλης και της ζωής των
κατοίκων της, δεν είναι πολυτέλεια.
Είναι ζήτημα επιβίωσης
για έναν τόπο που απειλείται να χαθεί, όχι από εχθρό αλλά από την ίδια του την
επιτυχία, όταν δεν συνοδεύεται από όρια και ευθύνη.
Ανάπλι 11-05-2025
ΤΑΚΗΣ ΠΑΣΣΑΛΗΣ