ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ

Σάββατο 28 Ιουλίου 2012

Οι Σφουγγαράδες της Ύδρας και του Αιγαίου

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 11:46:00 π.μ. |
 Η σπογγαλιεία ήταν γνωστή από την αρχαιότητα και ποτέ δεν έπαψε να εξασκείται από τους κατοίκους των νησιών κυρίως του Αιγαίου. Στα μέσα του 19ου αιώνα αναπτύσσεται αξιόλογος σπογγαλιευτικός στόλος στα Δωδεκάνησα, στα νησιά Κάλυμνος, Σύμη, Καστελόριζο, Χάλκη, Λέρος, Πάτμος, Αστυπάλαια, στη Μικρά Ασία, στην Ύδρα, την Ερμιόνη, τις Σπέτσες, το Κρανίδι, την Αίγινα, τον Πειραιά και επίσης στο Τρικέρι, στη Χαλκίδα, στον Ωρωπό, στην Πάρο και στο νησί Κούταλη της Θάλασσας του Μαρμαρά.


Τη δεκαετία του 1960 η Αίγυπτος και η Λιβύη εθνικοποίησαν τον ενάλιο πλούτο τους και οι σφουγγαράδες έχασαν τις βασικότερες σπογγοφόρους περιοχές. Το τελικό όμως χτύπημα σε όσα νησιά ακόμη στηρίζονταν στην σπογγαλιεία ήρθε γύρω στο 1986, όταν εμφανίστηκε στην Ανατολική Μεσόγειο μια αρρώστια που κατέστρεφε τα σφουγγάρια.
Υπήρχαν διάφορες μέθοδοι σπογγαλιείας που εφαρμόστηκαν σε όλο το χώρο της Ανατολικής Μεσογείου.
 Αυτές διαχωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
· η πρώτη δεν περιλαμβάνει κανένα είδος κατάδυσης και γίνεται από το σκάφος, όπως είναι η καγκάβα και το καμάκι.
· η δεύτερη περιλαμβάνει αρχικά ελεύθερες καταδύσεις (με άπνοια), ενώ στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε το “σκάφανδρο”, η μέθοδος “Φερνέζ” και τέλος ο “ναργιλές”.

Το καμάκι
Ο αριθμός των σφουγγαριών που μπορούσαν να μαζευτούν με καμάκι ήταν περιορισμένος, αλλά η μέθοδος αυτή δεν απαιτούσε ιδιαίτερο εξοπλισμό ή μεγάλο σκάφος και έτσι μπορούσαν να την εξασκήσουν οι φτωχοί ψαράδες σαν δική τους ανεξάρτητη δουλειά.

Οι πιο φημισμένοι σπογγαλιείς του Αιγαίου είναι αναμφίβολα αυτοί που αναφέρονται συνήθως ως «γυμνοί δύτες». Είναι οι πρώτοι δύτες ελεύθερης κατάδυσης πριν από την εμφάνιση του σκάφανδρου ή άλλου καταδυτικού μηχανισμού. Οι «δύτες» εξασκούνταν από πολύ μικρή ηλικία, και ενήλικες πια, μπορούσαν να φθάνουν σε πολύ μεγάλα βάθη χωρίς αναπνευστική βοήθεια. Αναφέρονται ελεύθερες καταδύσεις σε απίστευτα βάθη 60 και 70 μέτρων με συνολικό χρόνο κατάδυσης που προσέγγιζε τα τρία λεπτά. Οι επιδόσεις αυτές είχαν θεωρηθεί υπερβάσεις των φυσικών ικανοτήτων του ανθρώπου και είχαν προσελκύσει το ενδιαφέρον των ερευνητών της φυσιολογίας, ήδη από τον περασμένο αιώνα.

Το σκάφανδρο που είχε ήδη εφαρμοστεί σε λιμενικά έργα και σε ναυάγια διαδόθηκε πολύ γρήγορα στη σπογγαλιεία. Μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια χρησιμοποιήθηκαν στο Αιγαίο πάνω από 110 καταδυτικές μηχανές από σπογγαλιείς της Σύμης, της Καλύμνου, της Χάλκης και λιγότερο της Αλικαρνασσού, του Καστελόριζου, των Κυδωνιών, των Μοσχονήσων και της ελεύθερης Ελλάδας(Ύδρα, Σπέτσες, Κρανίδι και Ερμιόνη).

Όσο γρήγορα διαδόθηκε η νέα μέθοδος εξίσου γρήγορα έγινε φανερός οι κίνδυνοι που διέτρεχαν οι δύτες από την άγνοια των κανόνων κατάδυσης με σκάφανδρο (κυρίως στο στάδιο της ανάδυσης) ή από τη στυγνή εκμετάλλευση τους από τους καπεταναίους που παρέτειναν εγκληματικά το χρόνο κατάδυσης των δυτών.
 Τα αποτελέσματα από τη χρήση του σκάφανδρου φαίνονται και από το γεγονός ότι από το 1866 μέχρι το 1915 καταγράφηκαν σε καταδύσεις με χρήση σκάφανδρου 10.000 θάνατοι και 20.000 παραλύσεις στα σπογγαλιευτικά νησιά του Αιγαίου, ενώ το ίδιο διάστημα σημειώθηκαν μόνο 10 θάνατοι γυμνών δυτών. Το 1916 τα περισσότερα θύματα προέρχονταν από τη Σύμη, την Κάλυμνο, τη Χάλκη, το Καστελόριζο, τα Μοσχονήσια, την Ύδρα και τις Σπέτσες, ενώ λιγότερους νεκρούς θρήνησαν η Σαλαμίνα, το Κρανίδι, η Λέρος η Τήλος, η Αστυπάλαια, η Αλικαρνασσός, κ.λ.π.

Τον Μάρτιο μήνα, ξεκινούσαν οι προετοιμασίες των σφουγγαράδων για το πολύμοχθο ταξίδι στα παράλια της Μεσογείου.Οι ετοιμασίες κρατούσαν πάνω από δύο μήνες (Φεβρουάριο - Μάρτιο). Και στα τέλη Σεπτέμβρη ο σφουγγαράς γύριζε.

Όλο αυτόν τον καιρό οι γυναίκες στο νησί (Κάλυμνο, Σύμη, Ύδρα κλπ) με τα μαλλιά πλεξούδες σηκωμένες ψηλά γύρω στο κεφάλι, που μαρτυρούσαν τη θλίψη τους, κάτω από το μαύρο τσεμπέρι, κράταγαν το σπιτικό, διπλά υπεύθυνες, μεγάλωναν παιδιά και περίμεναν το γυρισμό του σφουγγαρά λαχταρώντας να τον δουν γερό και όχι σακατεμένο.

Οι ετοιμασίες (τα ποκινήματα) των σφουγγαράδικων για το μεγάλο καλοκαιρινό ταξίδι κρατούσαν πάνω από δύο μήνες (Φεβρουάριο - Μάρτιο).
Γι’ αυτό εκείνο το διάστημα έπρεπε να μαζευτούν τα διάφορα εργαλεία της δουλειάς, να φροντίσουν τις κουμπάνιες για τη τροφοδοσία του πληρώματος για έξη μήνες. Τα βασικά τρόφιμα ήταν οι γαλέτες και ο καβουρμάς.
 Εκείνη την εποχή ο καπετάνιος έπρεπε να καταρτίσει το πλήρωμά του, με τις διάφορες ειδικότητες που θα πάρει μαζί του. Τότε έπρεπε να γίνουν τα συμβόλαια και να αρχίσει να δίνει τα «πλάτικα».
Πριν από κάθε αναχώρηση γινόταν αγιασμός και ο κάθε καπετάνιος καλούσε το παπά που συμπαθούσε και πίστευε ότι θα του φέρει γούρι. Ο αγιασμός γινόταν πάντα με την εικόνα του Αγίου Νικόλαου που τον είχανε προστάτη βοηθό και καταφύγιο.

Παρόντες στον αγιασμό ήταν όλοι οι άντρες του πληρώματος, αλλά καμιά γυναίκα, γιατί πίστευαν ότι έφερναν γρουσουζιά, αν και ήθελαν να τις βλέπουν στο «παλαμάρι» κατά την αναχώρηση, για να πάρουν μαζί τους μορφές τους που θα τους συντρόφευαν στο ταξίδι.

Η μέρα της αναχώρησης ήταν πολύ δύσκολη και φορτισμένη από συναισθήματα για όλους αλλά περισσότερο για τον καπετάνιο διότι έπρεπε να συγκεντρώσει το πλήρωμα του. Πολλοί από το πλήρωμα την τελευταία στιγμή το μετάνιωναν και δεν παρουσιάζονταν καθόλου και άλλοι μεθούσαν και έπρεπε ο καπετάνιος να στείλει το υπόλοιπό πλήρωμα για να τους βρει. Ακόμα, άλλοι έρχονταν της τελευταία στιγμή και απειλούσαν το καπετάνιο να τους δώσει παραπάνω χρήματα αλλιώς θα έμεναν πίσω στο νησί.
Τέλος ερχότανε η ώρα της αναχώρησης και ένα κλίμα θλίψης επικρατούσε. Κάποια στιγμή μπαίνανε όλοι μέσα λύνανε τα σχοινιά και σαλπάρανε, κάνανε δυο, τρεις βόλτες σε σχήμα σταυρού και έπειτα ανέβαιναν όλοι στα άλμπουρα και χαιρετούσαν με τα άσπρα μαντίλια τους. Το ίδιο κάνανε και αυτοί που ήταν στην στεριά.

Όταν τα καΐκια απομακρύνονταν οι γυναίκες βγάζανε το ανοιχτόχρωμο τσεμπέρι που φορούσαν και το αντικαθιστούσαν με μαύρο το οποίο το φορούσαν για όσο καιρό έλειπαν οι άντρες τους. Ακόμα, σήκωναν τις κοτσίδες τους ένα γύρω πάνω από το κεφάλι τους και αυτό ήταν δείγμα θλίψης και επέστρεφαν στο σπίτι τους και αναλάμβαναν και το ρόλο του άντρα τους.
Μετά την αναχώρηση τους από το νησί το μόνο μέσο επικοινωνίας που είχαν οι σφουγγαράδες με τους δικούς τους ήταν το «πακέτθο».

Το πακέτθο ήταν ένα από τα μεγαλύτερα καΐκια όπου αποθήκευαν κυρίως τα σφουγγάρια. Του έδιναν αυτό το όνομα επειδή δυο-τρεις φορές το καλοκαίρι ο καπετάνιος το έστελνε πίσω στο νησί με τριπλό προορισμό:
να μεταφέρει τα σφουγγάρια που είχαν συγκεντρωθεί,
να δώσει τα γράμματα και τα νέα του πληρώματος στους δικούς τους και
να ξαναγυρίσει πίσω φέρνοντας τα γράμματα των γυναικών τους.


Από το ένθετο "Επτά Ημέρες" της εφημερίδας "Καθημερινή" στις 13-9-1998
«ΣΦΟΥΓΓΑΡΙ ΚΑΙ ΣΦΟΥΓΓΑΡΑΔΕΣ»
και
http://www.sponge.gr/history/09.htm
ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ