ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ

Τετάρτη 18 Αυγούστου 2021

Ο δημοσιογράφος και εκδότης του Ατέχνως Ηρακλής Κακαβάνης μιλάει για τη σχέση του με το βιβλίο

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 9:22:00 π.μ. | |
Ο δημοσιογράφος και εκδότης του Ατέχνως Ηρακλής Κακαβάνης μιλάει για τη σχέση του με το βιβλίο
Κάθε τι που διαβάζω είναι σαν πετραδάκι που το πετάω στη θάλασσα. Δημιουργεί αναταράξεις μέσα μου.

Συνέντευξη στη Γκέλη Ντηλιά*

-Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο που διάβασες;

-Ήταν «Το χωράφι της μάνας» του Αϊτμάτοφ ή «Πώς δενότανε το ατσάλι» του Οστρόφσκι. Δεν θυμάμαι. Ήταν καλοκαίρι 1981, λίγο πριν τις εκλογές της «αλλαγής» που η ΚΝΕ έκανε μια μεγάλη εξόρμηση στην ελληνική επαρχία κι έγινε και στο χωριό μας μια φεστιβαλική εκδήλωση. Τότε είδαμε για πρώτη φορά κινηματογράφο, είχε προβολή ταινίας, είχε ένα μουσικό συγκρότημα και πήρα τα πρώτα μου βιβλία. ¨Ό,τι διάβασα τότε, τα ξαναδιάβασα στην εφηβεία.

-Άρα, σε δεύτερη ανάγνωση οι αλλαγές που είδες ήταν η προσέγγιση σύμφωνα με την προσωπικότητά σου που είχε διαμορφωθεί με βάση τα χρόνια που μεσολάβησαν;

-Πάντα η κοινωνική και πολιτική εμπειρία μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα ένα οποιοδήποτε κείμενο. Ο Ηράκλειτος είπε «Κανείς άνθρωπος δεν μπαίνει ποτέ στο ίδιο ποτάμι. Δεν είναι το ίδιο ποτάμι, ούτε ο ίδιος άνθρωπος». Ποτέ δεν διαβάζουμε το ίδιο βιβλίο, γιατί έχει εμπλουτιστεί η κοινωνική και πολιτική εμπειρία μας. Η ματιά μας είναι πιο ποιοτική, οι συνειρμοί μας πιο σύνθετοι κλπ.

-Τι διαβάζεις αυτή την εποχή;

-Διαβάζω χρόνια. Διαβάζω για λόγους αναψυχής και επαγγελματικούς. Τρείς δεκαετίες δημοσιογράφος, διαβάζω πολλά, καθημερινά. Αυτό έχει επιφέρει μια κούραση κι έναν ερεθισμό. Πλέον δύσκολα μπορεί να με πείσει κάποιος να διαβάσω κάτι. Πάντα όταν ξαπλώνω να ξεκουραστώ δίπλα μου υπάρχει ένα βιβλίο. Συνήθως, τα τελευταία χρόνια καταφεύγω στη ποίηση. Νομίζω ότι η ποίηση είναι λυτρωτική, γιατί μέσα στη ποίηση θα βρω τις αλήθειες που θέλω να δω. Αν και Βαρναλιστικός, σπανίως διαβάζω Βάρναλη. Διαβάζω και ξαναδιαβάζω Μπρεχτ. Όμως οτιδήποτε βρεθεί μπροστά μου θα το ξεφυλλίσω.

-Από ό,τι κατάλαβα, προτιμάς το έντυπο βιβλίο και όχι το ψηφιακό.

- Αν μιλάμε για ποίηση και λογοτεχνία για μένα έχει μόνο μια μορφή, την έντυπη. Όλα γίνονται στην εποχή μας διαδικτυακά. Ο έρωτας, ακόμη και το σεξ, οι επικοινωνίες, τα πάντα γίνονται διαδικτυακά. Αλλά, όπως δεν μπορείς να υποκαταστήσεις την αγκαλιά μιας γυναίκας, δεν μπορείς να αντικαταστήσεις την αίσθηση που έχει το άγγιγμα μιας σελίδας. Το διαδικτυακό διάβασμα προϋποθέτει άλλες κινήσεις, λιγότερο συνειδητές από εκείνο ενός βιβλίου. Το βιβλίο το επιλέγω.

-Υπάρχει κάποιο είδος λογοτεχνίας που δεν θα διάβαζες ποτέ;

-Υπάρχουν είδη έξω από τα ενδιαφέροντα, τις επιλογές και τις πνευματικές ανάγκες μου.

-Υπάρχει κάποιο βιβλίο που θα ήθελες να το έχεις γράψει και το έχει γράψει ένας άλλος;

-Πολλά βιβλία. «Η φόνισσα» είναι ένα βιβλίο μοναδικό. Κάθε γραφιάς θα το ζήλευε. Τα περισσότερα του Παπαδιαμάντη. Δεν ασχολούμαι με τη λογοτεχνία, αλλά με το δοκίμιο. Για παράδειγμα θα ήθελα να γράψω μια μελέτη για τον Καρυωτάκη, αν και έχουν γραφτεί αξιόλογες μελέτες.

-Έχεις γράψει στο παρελθόν;

-Έχω γράψει αρκετά βιβλία. Το πρώτο ήταν «Ο δαίμων του τυπογραφείου» και το τελευταίο «Ο Χικμέτ στην Ελλάδα».

-Πώς προέκυψε η είσοδός σου στον κόσμο των εκδόσεων;

-Κατ’ αρχάς το βιβλίο μού ήταν ήδη οικείο. Μετά από 3 δεκαετίες ενεργούς δημοσιογραφίας, ήρθε η ώρα να κάνω και κάτι που μού αρέσει και θα μού εξασφαλίσει αξιοπρεπείς όρους διαβίωσης.
-Πόσα χρόνια μετράει ο εκδοτικός σου οίκος Ατέχνως;

-Σαν διαδικτυακό μέσο ενημέρωσης ξεκίνησε το 2015 και οι εκδόσεις το 2019. Μέχρι τώρα κυκλοφορούν 25 τίτλοι ενώ άλλοι 5 βρίσκονται σε εξέλιξη μέχρι το τέλους του έτους.

-Ποια είναι κυρίως η θεματογραφία των εκδόσεων; Τι εύρος έχουν;

-Λογοτεχνία και ιστορία.

-Για τι είδους θεματογραφία θα έπαιρνες ρίσκο;

-Για κοινωνικού περιεχομένου κείμενα. Είναι λίγα σήμερα τα αξιόλογα λογοτεχνικά κείμενα. Κάποιοι που εκδίδονται δεν θεωρούνται λογοτέχνες, κακά τα ψέματα.

-Φταίει η μεγάλη παραγωγή σε σχέση με την προσφορά;

-Υπάρχει πληθώρα τίτλων, αλλά πολύ λίγα μπορούν να «σταθούν» λογοτεχνικά. Τις 3 τελευταίες δεκαετίες ζήσαμε συγκλονιστικά γεγονότα. Η ανατροπή των σοσιαλιστικών χωρών προκάλεσε πολλά, αλλά κανείς δεν ασχολήθηκε όσο έπρεπε.

-Μήπως ισχύει αυτό που λένε, ότι η ιστορία για να καταγραφεί χρειάζεται να περάσουν πολλά χρόνια, για να κατασταλάξει και βέβαια να υπάρχει πρόσβαση σε πληροφορίες και αρχεία;

-Κοίταξε, τα γεγονότα τα ζήσαμε. Ζήσαμε το πριν και το μετά του σοσιαλισμού. Δεν μας λείπουν οι πληροφορίες. Ξέρουμε. Έχουμε εικόνες. Όμως αυτά δεν αποδόθηκαν. Κάποια στιγμή η δικτατορία έδωσε εξαιρετική λογοτεχνία και ποίηση. Επίσης, στην πρόσφατη οικονομική κρίση συνέβησαν τραγικά πράγματα, άνθρωποι που από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν στο περιθώριο, χωρίς δουλειά και είχαμε και αυτοκτονίες. Το ζήτημα της μετανάστευσης από την άλλη, έχει αποτυπωθεί αξιοπρεπώς τόσο στη λογοτεχνία, όσο και στη ποίηση. Η συλλογή του Παντελή Μπουκάλα είναι εξαιρετική. Είναι ένα ζήτημα που έχει λεπτά χαρακτηριστικά που πρέπει να καταγραφούν στη λογοτεχνία. Τι είναι αυτό που κάνει τον άνθρωπο να εγκαταλείψει τα πάντα και να διασχίσει ποτάμια, βουνά, ωκεανούς με κίνδυνο να τον φάνε τα τσακάλια για να φτάσει στην Ευρώπη; Αυτό δεν έχει καταγραφεί. Δεν υπάρχουν αξιόλογες προσπάθειες να το αποτυπώσουν. Επίσης δεν υπάρχουν ώριμα λογοτεχνικά έργα για την πανδημία.

-Κι εδώ πρέπει να αναφερθεί το καταπληκτικό βιβλίο «Σκληρός Απρίλης 2020 μ.Χ.- ποιήματα και ιστορίες εγκλεισμού από την εποχή του κορωνοϊού» των εκδόσεων Ατέχνως που προέκυψε από τον διαγωνισμό που διοργάνωσε ο εκδοτικός οίκος με θέμα την πανδημία, τον Απρίλη 2020. Μάλιστα ήταν το πρώτο βιβλίο που εκδόθηκε ακριβώς μετά το πρώτο κύμα του φονικού ξεσπάσματος του covid-19.

-Ο τίτλος είναι δανεισμένος από το έργο του Χατζιδάκι «Σκληρός Απρίλης του ΄45». Τα περισσότερα από αυτά είναι έγκυρα και μπορούν να «σταθούν» στο μέλλον.

-Τα κείμενα που διαβάζεις τα βλέπεις και από δημοσιογραφική πλευρά;

-Πάντα, γιατί έχω μάθει να διαβάζω με συγκεκριμένο τρόπο. Βέβαια τα δημοσιογραφικά κείμενα κρίνονται αυστηρά, ενώ για τα λογοτεχνικά αλλάζει το κριτήριο, καθώς η λογοτεχνία πρέπει να αντανακλά την ιδία τη ζωή. Μέσα από τις περιγραφές και τους διαλόγους, είναι προφανές ότι αυτό εξυπακούεται. Αν προσέξεις όμως, η γλώσσα των ηρώων στα περισσότερα δεν ανταποκρίνεται στο προφίλ που τους διαμορφώνουν οι συγγραφείς. Με άλλα λόγια, σε ένα λογοτεχνικό έργο, δεν μπορεί ο γιατρός, ο εργάτης και η καθαρίστρια να χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα. Ο συγγραφέας πρέπει να διαθέτει πολιτικό και κοινωνικό κριτήριο. Στο τέλος, όλοι γράφουν με τον ίδιο τρόπο!

-Είναι μια ξύλινη γλώσσα.

-Όλοι μιλάνε με τον ίδιο τρόπο. Δεν ξεχωρίζει ούτε η ηλικία, ούτε η παιδεία.

-Ένας εκδότης τελικά εκδίδει το ίδιο βιβλίο, με άλλα ονόματα και άλλους τίτλους; Καταλήγουμε δηλαδή να διαβάζουμε τα ίδια πράγματα.

-Έχεις δίκιο σε αυτό που λες. Ξεκινάει με μια διάθεση μιμητισμού. Κάτι που διάβασα να θεωρώ ότι μπορώ κι εγώ να το γράψω. Είναι ξαναζεσταμένη σούπα. Τα ίδιο μοτίβα, με την ίδια γλώσσα σαν μια συνταγή εύκολα να αναπαραχθεί. Κάθε λογοτεχνικό έργο πρέπει να έχει πρωτοτυπία και στη μορφή και στο περιεχόμενο.

-Αλλά κάπως έτσι εγκλωβίζεται και το κοινό, γύρω από τα ίδια και τα ίδια και δεν ανοίγει τους ορίζοντές του.

-Έναν λαό αυτό που ον ταΐζουμε, αυτό θα καταναλώσει. Στην κόρη μου έχω πει επιγραμματικά «’Η θα είσαι μύγα και θα πηγαίνεις στα σκατά ή θα είσαι μέλισσα και θα επιλέγεις το δικό σου λουλούδι». Αν δεις και στη τηλεόραση, πουλάει το εύπεπτο, το λίγο ερωτικό που καλύπτει και τις δικές μας ανασφάλειες και ζούμε μέσα από τη λογοτεχνία αυτά που φοβόμαστε να ζήσουμε. Αν σου διαμορφώνουν το κριτήριο και δεν έχεις μάθει να επιλέγεις εσύ, είναι κακό. Το παιδί πρέπει να μάθει ότι το διάβασμα και η ανάγνωση είναι μια ευχάριστη διαδικασία, να πιάνει το βιβλίο και να μη θέλει να το εγκαταλείψει. «Τα Λόγια της Πλώρης» του Καρκαβίτσα, είναι ένα βιβλίο που μπορεί να το διαβάσει. Η γραφή του είναι στρωτή. Τα παιδιά νομίζουν ότι το βιβλίο είναι δράση. Αλλά το βιβλίο δεν είναι κάτι βαρετό, κουραστικό. Δεν είναι έρωτας, δεν είναι καλός και κακός, δεν είναι σκοτώνω.

-Τα τελευταία χρόνια κυκλοφορούν παιδικά βιβλία με θέμα το bullying.

-Είναι ένα πολύ ευαίσθητο θέμα. Δεν θα εξέδιδα ένα τέτοιο βιβλίο. Γιατί το θέμα είναι διαλυτικό. Με το στυλό γράφεις, αλλά με το στυλό βγάζεις μάτι. Χρειάζεται κοινωνική υπευθυνότητα απέναντι σε κοινωνικά ζητήματα και με τη γνώμη ειδικών.

-Υπάρχουν βιβλία που μπορούν να προλάβουν, να θεραπεύσουν ή και να καταστρέψουν.

-Αν δεις, ο Παπαδιαμάντης στη «Φόνισσα» ό,τι περιγράφει είναι αληθινό.

-Επειδή η γραφή του είναι νατουραλιστική.

-Πόσο δυνατό είναι το στοιχείο της γλώσσας μέσα σε ένα κείμενο;

-Το Α και το Ω. Δυστυχώς οι περισσότεροι δεν ξέρουν να γράφουν, γιατί δεν ξέρουν τη γλώσσα. Η ποίηση, ας πούμε, απαιτεί γλωσσική αρτιότητα. Κάποιος που γράφει, πρέπει καθημερινά να σπουδάζει τη γλώσσα. Ο Βάρναλης χρησιμοποιεί τη γλώσσα του λαού που έχει την ομορφιά της. Τη γλώσσα του Γκάτσου τη διαβάζεις και ευχαριστιέσαι.

-Για αυτό και είναι διαχρονικοί.

-Η συγγραφή μιμείται τη ζωή;

-Από εκεί πρέπει να ξεκινάει.

-Τι χαρακτηριστικά πρέπει να έχει ένας αναγνώστης;

-Να ξέρει να διαβάζει κι όχι να κάνει ανάγνωση που είναι επιφανειακή σαν να ρίχνεις νερό στο τσιμέντο. Θα μείνει κάτι; Θα εξατμιστεί. Διαβάζω σημαίνει κάτι πολύ βαθύτερο. Κάθε τι που διαβάζω είναι σαν πετραδάκι που το πετάω στη θάλασσα. Δημιουργεί αναταράξεις μέσα μου.

-Πώς βλέπεις το μέλλον του βιβλίου στην Ελλάδα;

-Πάντα θα υπάρχουν εραστές του βιβλίου.

-Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν οι πωλήσεις των βιβλίων.

-Ναι, αλλά σε τι συνίσταται αυτή η αύξηση; Μπορεί να αυξήθηκε η ποσότητα, αλλά ποια ήταν τα ευπώλητα; Αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη αισιόδοξο. Τι διαβάζει ο κόσμος; Ακόμη και κάποια επώνυμα, δεν έπρεπε να κυκλοφορούν.

-Κλείνοντας την κουβέντα μας, θα ήθελες να προσθέσεις κάτι;

-Ας δώσουμε χώρο στο βιβλίο. Ένα βιβλίο μπορούμε να το αγοράσουμε, να το δανειστούμε από ένα φίλο ή από τη βιβλιοθήκη. Ας προσέξουμε τι διαβάζουμε. Ας δώσουμε χώρο στη καλή ποίηση. Υπάρχουν πολύ καλοί ποιητές, από τον Λειβαδίτη μέχρι τον Παντελή Μπουκάλα που προανέφερα και η δική σου ποίηση που ξεχωρίζει από το σωρό και είναι αξιοσέβαστη. Ο Καβάφης λέει στο ποίημα «Το πρώτο σκαλί» ότι «Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι». Κάποιοι ενώ γράφουν, ντρέπονται να πούνε ότι είναι ποιητές.

*Η Γκέλη Ντηλιά είναι βραβευμένη ποιήτρια και συγγραφέας, Γραμματέας της Ένωσης Συγγραφέων Λογοτεχνών Αργολίδας.
ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ