ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΕΣΤΙΑΣΗΣ
ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΕΥΧΕΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Παρασκευή 27 Μαΐου 2011

Απεβίωσε σήμερα ο αρχιμουσικός Β. Χαραμής

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 6:31:00 μ.μ. |
 Μετά από 70 χρόνια μουσικής προσφοράς και πλήρης ημερών απεβίωσε σήμερα το πρωί ο Μαέστρος Βασίλειος Χαραμής. Ο 102 ετών Μαέστρος άφησε την τελευταία του πνοή στην οικία του,να σημειωθεί πως ο Β. Χαραμής ήταν επί πολλά χρόνια ο διευθυντής και ο ιδρυτής της φιλαρμονικής Ναυπλίου καθώς και της Ναυπλιακής χορωδίας .Ήταν ένα πρόσωπο σύμβολο για το Ναύπλιο και την Αργολίδα,μαζί του μεγάλωσαν γενιές και γενιές παιδιών.
 Γεννήθηκε το 1909 στο Ναύπλιο, όπου για πρώτη φορά ήρθε σε επαφή με τη μουσική. Συνέχισε και ολοκλήρωσε τις μουσικές του σπουδές  στην Αθήνα, με δασκάλους σημαντικές μορφές της λεγόμενης Εθνικής Σχολής  - τους Μάριο Βάρβογλη, Λεωνίδα Ζώρα, Μιχάλη Βούρτση και Βασίλη Σωζόπουλο. Επέστρεψε το 1934 για να βάλει μπρος το όραμα του, με παρεμβάσεις που επηρέασαν καθοριστικά την πολιτιστική ζωή της πόλης για το υπόλοιπο του αιώνα.
Το 1936 ίδρυσε παράρτημα του Ελληνικού Ωδείου, από το οποίο πέρασαν γενιές φιλόμουσων και κατοπινών μουσικών. Τον ίδιο χρόνο ανέλαβε τη Φιλαρμονική της πόλης, που παλινδρομούσε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Στην ουσία την επανίδρυσε, δίνοντάς της προοπτική ορχήστρας αξιόμαχης, πρωταγωνίστριας στην καθημερινότητα και τις ιδιαίτερες στιγμές του τόπου. Παράλληλα δημιούργησε σειρά από χορωδιακά σύνολα, στα οποία ξεχωρίζει η ιστορική Ναυπλιακή Χορωδία που ακούστηκε σε πολλά μέρη της Ελλάδας αλλά και στο εξωτερικό. Με άλλα λόγια, αξιοποίησε όλα τα τοπικά μουσικά κεφάλαια και έφτιαξε νέα, διδάσκοντας αδιάκοπα.
Στις 9 Αυγούστου 2009 ο Βασίλης Χαραμής συμπλήρωσε τα εκατό, έχοντας ήδη ξεπεράσει τις επτά δεκαετίες πολιτιστικής προσφοράς και τιμηθεί με πάμπολλες διακρίσεις. Από τη θέση αυτή δεν μασάει τα λόγια του, ούτε κρύβει τη δυσφορία του που από το 2003 δεν διευθύνει τη «Μουσική», τη Φιλαρμονική που ο ίδιος στέριωσε - αν και συνεχίζει μέχρι τώρα να κρατά τον πρώτο ρόλο στη Ναυπλιακή Χορωδία, παρά τα κάποια πρόσφατα προβλήματα της υγείας του.



Βασίλης Χαραμής - Η μουσική είναι τροφή. Η μουσική με ζει
Συνέντευξη στον Δημήτρη Βάκη
Πώς βρεθήκατε στη μουσική;
Άρχισα να μαθαίνω το 1918. Ήθελα πιάνο, αλλά δεν είχε ο πατέρας μου λεπτά να μου πάρει. Εργαζότανε στον στρατό, στα συνεργεία που επιδιόρθωναν τα όπλα όταν παθαίνανε κάποια βλάβη. Πήγα λοιπόν στη δασκάλα• έπαιρνε τότε 250 δραχμές. Αυτά ήταν λεπτά, πολλά λεφτά, αλλά δεν είχαμε πιάνο. Τέλος πάντων, με δίδαξε ένας (Σπύρος) Νεοφώτιστος (3) που ήταν εδώ• κιθάρα, αλλά μικρά πράγματα. Ούτε σε ωδείον είχε πάει, ούτε πουθενά• δεν υπήρχε τίποτα δηλαδή.
Από ’κεί και πέρα έπρεπε να πάω στο ωδείον και πήγα στο Εθνικό, στην Αθήνα. Εκεί δίδασκε και ο Μιχάλης Βούρτσης (4), που ήταν από το Ναύπλιο. Στο Εθνικό Ωδείον επήρα πτυχίο ωδικής και κατόπιν αρμονίας και ενοργανώσεως - διότι όταν είσαι αρχιμουσικός πρέπει να ξέρεις να γράψεις και το κομμάτι που θέλεις να παίξεις• δεν το παίρνεις από μαγαζιά.
Εκτός του Βούρτση, είχατε δασκάλους και άλλους σημαντικούς μουσικούς• τον Μάριο Βάρβογλη, τον Λεωνίδα Ζώρα  και τον Βασίλη Σωζόπουλο . Το καθ’ εαυτού μάθημα της αρμονίας το έκανα με τον Ζώρα. Αυτός ήτανε στην Εθνική Τράπεζα υπάλληλος, αλλά ήταν και στο ωδείο. Καλός μουσικός. Εγώ όμως έκανα και ιδιαίτερο μάθημα με τον Βούρτση, οπότε εκείνος δυσαρεστήθηκε και στις εξετάσεις, όπως γράφω τώρα, φεύγοντας από το ένα πεντάγραμμο να πάω στο άλλο, δημιουργήθηκε μια πέμπτη παράλληλος. Μου κόβει λοιπόν μια μονάδα και μου το έδωσε με εννέα. Το αστείο είναι το εξής: όταν έγινε η επιστράτευση το 1940 εγώ ήμουνα αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής (Ναυπλίου) και πηγαίναμε έξω, στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Μηχανικού, να τους διασκεδάσουμε που θα φεύγανε.
Σε μια στιγμή τον βλέπω, ήρθε να παρουσιαστεί κι αυτός• ο Ζώρας. Εγώ τώρα δεν μπορούσα να του κρατήσω κακία γι’ αυτό το πράγμα. Τι εννέα, τι δέκα, τι οκτώ… Τι θα κάνεις μετά είναι, όταν πάρεις τα χαρτιά…
Τα δύσκολα χρόνια που ξεκινήσατε, για να γίνει κάποιος μουσικός έπρεπε να έχει οικονομική άνεση, τρέλα, ή άγνοια κινδύνου. Εσείς τι είχατε;
Εγώ είχα έναν στόχο• ήθελα να φτιάξω ωδείον, φιλαρμονική και χορωδίες. Όχι όμως να πληρώνομαι. Επήγα πρώτα κι έμαθα πέντε πράγματα που ήθελα και κατόπιν τα εφήρμοσα στο ωδείο, τη φιλαρμονική και τις χορωδίες• τότε όλ’ αυτά δεν υπήρχαν.
Αυτή η κατάσταση δεν σας απογοήτευσε, ώστε ολοκληρώνοντας τις σπουδές σας, να μείνετε στην Αθήνα όπου υπήρχαν άλλες δυνατότητες;
Στην Αθήνα επήγα γι’ αυτό το σκοπό• για να γυρίσω πίσω και να φτιάξω αυτά που σας είπα. Ξέρετε τι τράβηξα για να φτιάξω τη Φιλαρμονική; Διότι στον κόσμο αρέσει η μουσική, αλλά όταν του λένε «βάλε το χέρι στην τσέπη» δεν το καταλαβαίνει.
Η Φιλαρμονική είναι ορχήστρα ιδιαίτερη, με συνεχείς και μεγάλες ανάγκες. Πώς εξασφαλίσατε την επιβίωση της;
Ο δήμος δεν πλήρωνε, αλλά εγώ κατάφερα σιγά σιγά μ’ έναν δήμαρχο -Μηναίος λεγότανε, γιατρός μαιευτήρ που αγαπούσε τη μουσική- και μας έδινε κάτι. Στο δημαρχείο από κάτω ήταν και η Φιλαρμονική -δεκαεννέα όργανα…- γιατί δεν είχε ο δήμος να διαθέσει άλλο κτίριο και μας ανεχότανε. Εκεί είχανε κάτι αναλόγια, μ’ ένα σίδερο στη μέση, και βάζανε τις παρτιτούρες. Καρέκλες δεν υπήρχαν• ορθοί, μία-μιάμιση ώρα. Στις πρόβες, λοιπόν, έβλεπα ότι δεν γινόταν να κάνουμε διαφορετικά, εκτός από το να ενώσουμε της Μεραρχίας και τους δικούς μας. Έτσι προσπαθούσαμε, αλλά και στη Μεραρχία είχαν τα κακά τους χάλια. Και τώρα, δηλαδή, την ίδια δουλειά κάνουν. Κρατάνε στην Αθήνα τους καλούς μουσικούς και τους άλλους τους σκορπάνε.
Παρ’ όλ’ αυτά εσείς συνεχίζατε…
Βέβαια• προχώρησε η Φιλαρμονική. Κάποια στιγμή, όμως, βγαίνει άλλος δήμαρχος• δικηγόρος, κουφός και από τα δύο αυτιά, γι’ αυτό δεν ενδιέφερετο κιόλα. Αλλά το συμβούλιο, που είχανε αυτιά και ακούγανε, τον έπεισε και έδωσε ένα κονδύλιο και απ’ αυτά πληρώναμε, με κάποια δυσκολία. Έτσι ξεκινήσαμε. Την είχα φέρει σε σημείο καλό τη Φιλαρμονική, αλλά επειδή δεν άκουγε, είπαμε, δεν τη συμπάθησε. Δηλαδή και ’μένα μ’ έβλεπε με το χειρότερο μάτι, κι ας τον είχα ψηφίσει. Ήταν δυστυχισμένος ο άνθρωπος, λόγω κουφαμάρας.
Δηλαδή, κάθε φορά που άλλαζε ο δήμαρχος εσείς έπρεπε να πείσετε τον καινούργιο από την αρχή να υποστηρίξει τη Φιλαρμονική;
Ακριβώς. Εγώ έπαιρνα πάντα τα ψίχουλα. Μετά ήρθανε κάτι λεφτά, γιατί έβαλα μπροστά την πολιτική με μια άλλη συνάδελφο  της μουσικής. Στην Κόρινθο είχανε βάλει στους κινηματογράφους φορολογία στα εισιτήρια. Το μάθαμε, πάμε στον πρόεδρο της Βουλής, που ήταν από το Ναύπλιο, κι από ’κεί και πέρα είχαμε λεφτά. Παίρναμε 10% από τον φόρο. Για να κλείσουμε το θέμα, από τότε που ανέλαβα στη Φιλαρμονική έφτιαξα σιγά σιγά τα πάντα. Αναλόγια, καρέκλες να κάτσουνε• όχι όρθιοι… Έκανα τη Μουσική 55 όργανα. Και τι δεν είχα…
Στη διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής τι απέγινε η Φιλαρμονική;
Στον πόλεμο πηγαίναμε στο ΚΕΜ (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Μηχανικού) και κάναμε ψυχαγωγία. Κάποια στιγμή επεστρατεύθην κι εγώ και πήγαινα με τα στρατιωτικά. Παίζαμε και στους δρόμους όταν ήτανε γιορτή, ή κάποια περίσταση. Πρόγραμμα όμως δεν ήταν δυνατόν να γίνει επί Κατοχής. Πάντως, υπήρχαμε. Δεν έφυγε ούτε ένας μουσικός, ούτε διελύθη.
Οι Ιταλοί δεν μας πειράζανε. Είχανε κι αυτοί κάτι μουσικούς εκεί• ήρθανε και μου ζητάγανε όργανα. Αλλά εγώ μόλις είδα ότι τα πράγματα σφίγγουν πήγα και τα ’κρυψα σε μια σοφίτα. Άφησα κάτι παλιά. Ήρθε λοιπόν ένας Ιταλός. Του λέω «Να, εμείς μ’ αυτά παίζουμε. Αυτά περισσεύουν• τα θέλεις;». «Ναι» μου λέει, και μετά με πήρε και πήγαμε στην Αθήνα, να τα δώσει να τα επισκευάσουν. Εκεί στην Ομόνοια όπως πηγαίναμε βλέπω ένα Γερμαναρά μέχρι εκεί πάνω. Είχε πετάξει κάτω έναν Έλληνα με τις κλοτσιές, του ’δινε στο κεφάλι, στα πόδια, οπουδήποτε. Πήγαινε ο φουκαράς λίγο παρακάτω, ο Γερμανός τα ίδια. Λέω κάτι του Ιταλού. Μου λέει, «Άμα σ’ ακούσουνε, πας…» Ήταν άλλο πράγμα οι Ιταλοί, άλλο οι Γερμαναράδες.
Με τις χορωδίες ξεκινήσατε παράλληλα με τη Φιλαρμονική;
Είχα στόχο: Φιλαρμονική, Ωδείο και μετά Χορωδία. Όλ’ αυτά ήτανε μαζί, την ίδια περίοδο. Στην αρχή κάναμε μια μικρή χορωδία. Αυτοί ήταν πιο μεγάλοι από μένα• παρέα, καμμιά δεκαριά. Είχαν όρεξη, χωρίς όμως να έχω καμμία εμπιστοσύνη ότι θα μπορέσουν να βοηθήσουν.
Άρχισα από το «άλφα» στη χορωδία. Επειδή ξέρω ότι στη γυναίκα, σε τέτοιες δουλειές, μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη, ξεκίνησα από την εκκλησία της Παναγίας, μόλις έκλεισαν τα σχολεία στην Κατοχή. Ήμουνα τότε διορισμένος στο γυμνάσιο, προσωρινός στο σχολικό έτος ’39-’40 και κατόπιν, το ’40-’41 διορίστηκα μόνιμος.
Όταν, λοιπόν, έκλεισαν τα σχολεία κάλεσα εκατό παιδιά στον γυναικωνίτη της Παναγίας. Μάλιστα, οι Ιταλοί ανέβαιναν να δουν τι λέμε, αλλά δεν μας πειράζανε οι άνθρωποι. Αρχίσαμε λοιπόν. Από την πρώτη φουρνιά έμειναν καμμιά ογδονταριά, κοπέλες, μόνο κοπέλες και δύο αγόρια, ο Λάκης (Στέλιος) Γιαννακόπουλος  με τον Κώστα Νόνη . Η χορωδία σιγά σιγά ανεπτύχθη κι από αυτήν ξεκίνησε η «Ναυπλιακή», γιατί μετά έκανα μεικτή για συναυλίες, που υπάρχει ακόμα.
Υπάρχουν μέλη της «Ναυπλιακής» που είναι δεκαετίες μαζί σας;
Υπάρχουν, αλλά τώρα δεν δουλεύουνε. Φέτος η τελευταία γενιά μού έκανε κορδελάκια πολλά, δεν ήτανε υπάκουοι. Ενώ με όλες τις άλλες, από την αρχή που ξεκινήσαμε, ήμουν κατενθουσιασμένος. Αυτές τώρα έχουν διακόψει σχεδόν πέντε-έξι μήνες• οι γυναίκες δηλαδή. «Να ξεκουραστούμε», λέει. Τι να ξεκουραστείτε; Η μουσική ξεκουράζει, δεν κουράζει. Τώρα, κατά τον Σεπτέμβριο θα μαζευτούν πάλι.
Συνεχίζετε να διευθύνετε τη «Ναυπλιακή Χορωδία»;
Μπορώ, παρόλο που δεν βλέπω καλά να διαβάσω. Άμα διαβάσω το κομμάτι, μετά το διευθύνω απ’ έξω.
Παρακολουθείτε την ελληνική μουσική και το τραγούδι;
Είναι τραγούδια που μ’ αρέσουνε, αλλά είναι κάτι άλλα που ούτε να τ’ ακούω…
Στη Χορωδία έβαζα λίγο απ’ όλα, παλιά και καινούργια. Αν μ’ άρεσε ένα τραγούδι το έπαιρνα και το ενοργάνωνα στη Φιλαρμονική.
Εκτός από τα συνήθη, τι άλλο ρεπερτόριο είχαν κατά καιρούς η Φιλαρμονική και οι χορωδίες σας;
Στη Φιλαρμονική έπαιζα όπερες, οπερέτες, οι οποίες άρεσαν πολύ. Βαφτιστικός, Η γυναίκα του δρόμου• όλες τις οπερέτες έχω παίξει, ας μην τις θυμάμαι τώρα. Μάλιστα, όταν τελείωσε ο πόλεμος έκανα μια δουλειά. Στην Αθήνα παίζανε επιθεωρήσεις. Έπαιρνα λοιπόν ωραία νούμερα, με ορχήστρα βέβαια, με τα θέματα γύρω από τον πόλεμο. Και να κλαίει ο κόσμος, να το δάκρυ!
Θεοδωράκη έκανα το Άξιον Εστί ολόκληρο με τη χορωδία, δύο φορές στο Ναύπλιο. Μία στην Αθήνα, στον Παρνασσό. Είχα και ορχήστρα από τη Φιλαρμονική. Χατζιδάκι επίσης, τραγούδια. Τσιτσάνη, Ξαρχάκο, Κουγιουμτζή, Ανδριόπουλο, Κατσαρό και πολλούς άλλους έχουμε παίξει.
Το 1955 φτιάξατε φιλαρμονική στις Αγροτικές Φυλακές της Τίρυνθας.Φαίνεται ότι ήτανε δουλειά από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Δεν ξέρω ποιος το σκέφτηκε. Εκεί στην Τίρυνθα δουλεύουνε και κάνουνε την κάθε μέρα διπλή. Λοιπόν, έρχεται ένας Βεζιρτζής, διευθυντής των φυλακών, και μου λέει «Θέλω αυτό κι αυτό»• να φτιάξει φιλαρμονική από τους κρατουμένους. Χωρίς λεφτά. «Θα σ’ τους δίνω κάθε βδομάδα δυο φορές». Είχε αίθουσα δική του εκεί, και όργανα. Μάλιστα, τελευταία φέρανε και δεύτερη μπάντα.
Μιλάμε για ανθρώπους που δεν είχαν μουσική παιδεία. Πώς τους φαινόταν να μετέχουν σε μια μεγάλη ορχήστρα (35 ατόμων) και να κάνουν συναυλίες;
Κι όμως! Να δείτε ουβερτούρες, εισαγωγές, καντσονέτες… Ο Βεζιρτζής μού λέει «Θα έχεις τα μέσα να παίρνεις τη Φιλαρμονική στο Ναύπλιο», για εκκλησίες, πλατείες, οτιδήποτε. Λέω «Άμα είναι έτσι, δέχομαι». Μου δίνανε τα ναύλα για τα λεωφορεία με τους κρατουμένους. Υπήρχε κι ένας φύλακας. Δείχνανε ζήλο πολύ μεγάλο, κι όπου με δούνε, ακόμα και τώρα, καμμιά φορά που συναντώμεθα… Δε θυμάμαι σε ποια πόλη, έρχεται ένας, «αχ, δάσκαλέ μου, πού είσαι;», φιλιά• απ’ αυτούς.
Με τη δύναμη της μουσικής και της ομαδικότητας νιώσατε ότι επηρεάσατε την πορεία των πραγμάτων, ότι αλλάξατε τη ζωή ανθρώπων;
Αλλάξανε, άλλα όποιος δεν άλλαζε δεν στεκόταν• έφευγε. Γιατί εγώ δεν άφηνα να κοροϊδεύουν. Σας μιλάω όμως για έναν στους δέκα. Οι άλλοι όλοι έλεγαν «Πότε θα βγούμε έξω, να πάμε να παίξουμε κάπου, σε εκκλησία, σε πλατεία» - όπως του Ναυπλίου, κ.α. Τους κερνάγανε κιόλα οι επίτροποι, ο δήμος. Όλ’ αυτά τούς άρεσαν. Ήτανε μια ελευθερία για τους κρατουμένους.
Κύριε Χαραμή, η μουσική βοηθάει στη μακροζωία; Σήμερα βρίσκομαι στο εκατοστόν, και παραδέχομαι ότι η μουσική με ζει. Εάν δεν πάθαινα αυτήν την κακή ιστορία (σ.σ. με την υγεία του), ούτε και ’γώ ξέρω πόσα χρόνια θα μπορούσα να ασχολούμαι. Είναι τροφή.
Όσα έφτιαξε ο Βασίλης Χαραμής…
Φιλαρμονική Ναυπλίου
Η «Μουσική» -όπως την ονομάζουν οι παλιοί Ναυπλιώτες- έχει ιστορία από τα χρόνια του Όθωνα. Για έναν αιώνα ήταν συνυφασμένη με τη στρατιωτική παρουσία στο Ναύπλιο, αφού το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής ζωής εκφραζόταν από τις δραστηριότητες της μπάντας της Φρουράς Ναυπλίου.
Στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ού έγιναν προσπάθειες για δημιουργία «αυτοτελούς» φιλαρμονικής, από φορείς  που κατά καιρούς ιδρύθηκαν για να συνδράμουν, από φιλόμουσους ιδιώτες αλλά και τη δημοτική αρχή. Βασικός λόγος ήταν ότι με τα χρόνια απομακρύνθηκαν από το Ναύπλιο οι περισσότερες μονάδες στρατού και η μπάντα της Φρουράς, που επί χρόνια πάλευε να κρατηθεί, ως την Κατοχή είχε πρακτικά διαλυθεί.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’30 η «αυτοτελής» Φιλαρμονική -που από τις αρχές του αιώνα είχε τελικά δημιουργηθεί αλλά και αποτελέσει θέμα μεγάλων διαξιφισμών στην πόλη- βρέθηκε ξανά σε οικονομικό και καλλιτεχνικό τέλμα. Φυτοζωούσε, αναζητώντας άλλη μια φορά αρχιμουσικό, όταν την ανέλαβε ο Βασίλης Χαραμής. Υπό τη διεύθυνσή του (για σχεδόν επτά δεκαετίες) απέκτησε οντότητα, εξελίχθηκε μουσικά σε ορχήστρα αξιόμαχη και εξασφάλισε τους αναγκαίους πόρους για τη λειτουργία της - με Βασιλικό Διάταγμα του Μαΐου 1940 έγινε «δημοσυντήρητος».
Από το 2003 αρχιμουσικός είναι ο Θεοδόσης Αντωνιάδης (βοηθός αρχιμουσικού από το 1983), ο οποίος διευθύνει παράλληλα τις Δημοτικές Χορωδίες Ναυπλίου, Ασκληπιείου και Νέας Κίου. Σήμερα η Φιλαρμονική απαρτίζεται από 54 όργανα, με μέσο όρο ηλικίας μουσικών τα 30 χρόνια, ενώ περί τα 35 μέλη της είναι κάτω των 18.
Ωδείο Ναυπλίου
Στις αρχές του 20ού αιώνα η μουσική παιδεία στο Ναύπλιο περιοριζόταν στη θρησκευτική ή τη δημοτική-λαϊκή μουσική, από δασκάλους κυρίως αυτοδίδακτους. Η ευρωπαϊκή μουσική εμφανίστηκε ως προνόμιο εύπορων οικογενειών που μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της ιδιωτικής εκπαίδευσης ή κάποιων ιδρυμάτων (οικοτροφείων). Ωστόσο, σύμφωνα με κάποια καταμέτρηση, γύρω στο 1927 υπήρχαν σε σπίτια του Ναυπλίου περί τα 70 πιάνα!
Το Ωδείο Ναυπλίου ιδρύθηκε στις αρχές του 1936 από τον Βασίλη Χαραμή, ως παράρτημα του Ελληνικού Ωδείου Αθηνών. Στη συνέχεια, με την πολύτιμη βοήθεια της δασκάλας πιάνου Στέλλας Κωστούρου, αναδείχθηκε σε κέντρο μουσικής παιδείας της πόλης για πολλές δεκαετίες. Οι δύο παιδαγωγοί όχι μόνο οργάνωσαν σχολές πιάνου, βιολιού, ακορντεόν, κιθάρας και θεωρητικών, αλλά δημιούργησαν γενικότερη υποδομή συναυλιών και μουσικών εκδηλώσεων στο Ναύπλιο.
Το 1997 το Ωδείο Ναυπλίου μετεξελίχθηκε σε Δημοτικό Ωδείο που, με τη συνδρομή μουσικών παιδαγωγών από την Αθήνα (Κώστας Νόνης, κ.ά.), λειτουργεί έως σήμερα.
Ναυπλιακή Χορωδία
Ουσιαστικά πρόκειται για σειρά από χορωδιακά σύνολα με ποικίλη σύνθεση (άνδρες, γυναίκες, έφηβοι) που δημιούργησε ο Βασίλης Χαραμής το 1936, ξεκινώντας από την εκκλησία Παναγίας Ναυπλίου. Ο πόλεμος και η επιστράτευση ανέκοψαν τις δραστηριότητες, ωστόσο στα χρόνια της Κατοχής ανασυστάθηκε μόνο από γυναικεία μέλη, μαθήτριες του Γυμνασίου Ναυπλίου. Στη δεκαετία του ’50 έγινε μικτή, απέκτησε ικανό αριθμό μελών και δυνατότητες για ρεπερτόριο αξιώσεων σε συναυλίες, συχνά με τη συμμετοχή της Φιλαρμονικής Ναυπλίου. Εμφανίστηκε σε πολλά μέρη της Ελλάδας, αλλά και στη Γερμανία (Ottobrunn), μετείχε σε φεστιβάλ και ανέβασε μουσικές-θεατρικές παραστάσεις στο Ναύπλιο, χωρίς ποτέ να δεχθεί κρατική επιχορήγηση ή οικονομική στήριξη.
Το 1997 μεταβλήθηκε για ένα διάστημα σε δημοτική χορωδία, όμως στη συνέχεια, μετά από σειρά ατυχών και δυσάρεστων χειρισμών εκατέρωθεν, διέκοψε τη σχέση της με τον δήμο και επανήλθε στην προηγούμενη ανεξάρτητη κατάσταση. Σήμερα το μέλλον της μοιάζει αβέβαιο, καθώς δεν έχει εξασφαλιστεί μια συνέχεια αντάξια της ιστορίας της - πράγμα που, όπως πολλοί στο Ναύπλιο πιστεύουν, αποτελεί χρέος και ευθύνη του «δασκάλου», ως ιδρυτή, αλλά και των μελών της.
Υποσημειώσεις
1. Ως το ’34 πήρε τα πτυχία ωδικής, αρμονίας, ενοργάνωσης, διεύθυνσης μπάντας. Μερικά χρόνια αργότερα ακολούθησε το πτυχίο φούγκας.
2. Όρος που εισήγαγε ο Μανώλης Καλομοίρης για τη δημιουργία μουσικής με εθνικό χαρακτήρα που να ενσωματώνει στοιχεία της παράδοσης, χωρίς όμως να αρνείται και άλλα, ξένα προς αυτήν.
3. (1898-1953). Ταλαντούχος -και πιθανώς αυτοδίδακτος- μουσικός του Ναυπλίου, που έπαιζε πολλά όργανα. Μαέστρος της Μαντολινάτας, της Φιλαρμονικής Ναυπλίου και μουσικοδιδάσκαλος.
4. (1908-1983). Διακεκριμένος διευθυντής χορωδιών, μαέστρος, συνθέτης, μουσικός παιδαγωγός. Διευθυντής χορωδίας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (1943-1979) και για ένα διάστημα και διευθυντής ορχήστρας, παρουσίασε μεγάλα μουσικά έργα. Πατέρας της ηθοποιού Μάρθας Βούρτση.
5. (1885-1967). Από τους κορυφαίους συνθέτες της Εθνικής Σχολής, παιδαγωγός, μουσικοκριτικός. Ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών. Δεν έγινε ποτέ ακαδημαϊκός -παρά τις προσπάθειες του Μ. Καλομοίρη- λόγω των φιλοαριστερών του φρονημάτων.
6. (1905-1987). Συνθέτης, διευθυντής ορχήστρας και μουσικός παιδαγωγός. Αρχιμουσικός του Εθνικού Μελοδραματικού Ομίλου (1933-1936) του Μ. Καλομοίρη, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και συνεργαζόμενος μαέστρος της Συμφωνικής του ΕΙΡ (1940-1958). Διετέλεσε επίσης διευθυντής ορχήστρας της Γερμανικής Όπερας και του ραδιοφωνικού σταθμού Rias του Βερολίνου (1958-68).
7. (1885-1968). Διακεκριμένος αρχιμουσικός σε στρατιωτικές ορχήστρες και φιλαρμονικές πόλεων, άφησε εποχή στη Μουσική Φρουράς Αθηνών, δίνοντας συναυλίες αξιώσεων. Δίδαξε ενοργάνωση και διεύθυνση μπάντας. Ιδρυτής και πρώτος πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Αρχιμουσικών.
8. Αναφέρεται πιθανότατα στη Ναυπλιώτισσα καθηγήτρια πιάνου Στέλλα Κωστούρου, σημαντική μορφή της μουσικής παιδείας στο Ναύπλιο.
9. Μετέπειτα καταξιωμένος ηχολήπτης της δισκογραφίας στην Columbia (1962-1983).
10. (1929-2000). Μαέστρος, συνθέτης και καθηγητής μουσικής. Σήμερα το Δημοτικό Ωδείο Ναυπλίου φέρει τιμητικά το όνομά του.
11. Φιλαρμονική Εταιρεία -1894, Όμιλος Φιλομούσων - 1923, Μουσική Εταιρεία - 1932.
12. Καλλωπίζοντας και χρησιμοποιώντας το παλιό οθωμανικό τέμενος που στο Ναύπλιο είναι γνωστό ως «Βουλευτικό», το οποίο για ένα διάστημα παραχωρήθηκε από τον δήμο στο Ωδείο




ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ