ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

Τι μας φωνάζει η κάλπη…

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 8:48:00 μ.μ. |
Άρθρο του Νίκου Σπ. Ζέρβα, 
Πολιτικού Επιστήμονα Πανεπιστημίου Αθηνών

 Οι εκλογές των ’’διλημμάτων’’ ολοκληρώθηκαν την περασμένη Κυριακή. Ύστερα από μία τρίμηνη εν Ελλάδι και εν Ευρώπη προεκλογική περίοδο, οι λαοί της «Γηραιάς Ηπείρου» ενάσκησαν το σημαντικότερο πολιτικό τους δικαίωμα. 

Μαζί μ’ αυτό όμως, διόγκωσαν και το σκεπτικισμό γύρω από το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, οι αιτίες του οποίου εντοπίζονται στην έλλειψη πρωτοβουλιών και μηχανισμών για την αποτροπή οικονομικών και δημοσιονομικών παραστρατημάτων, πολύ πιο πριν από το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης το καλοκαίρι του 2008. 

Ωστόσο, πέραν των δυσοίωνων συμπερασμάτων για την κοινή ευρωπαϊκή πορεία που γεννά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, στη χώρα μας, οι Έλληνες πολίτες έστειλαν και πάλι ένα σαφές μήνυμα, που απ’ ό,τι φαίνεται, δεν το εξέλαβαν και τόσο καθαρά οι πολιτικοί μας ταγοί.

Το σύνολο σχεδόν των πολιτικών της χώρας -εξαιρουμένων αυτών της Δημοκρατικής Αριστεράς- εμφανίστηκαν λίγο-πολύ, δεδομένων και των γενικότερων συνθηκών, ικανοποιημένοι απ’ αυτό που έβγαλε η κάλπη. Στον ΣΥΡΙΖΑ, με την επίτευξη του προεκλογικού στόχου «πρώτη φορά Αριστερά», αισθάνονται ως οι μοναδικοί νικητές των εκλογών. Γι’ αυτό και ο πρόεδρός του, ενόσω η καταμέτρηση των ψήφων βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη, έσπευσε να ζητήσει άμεσα εκλογές, θέτοντας προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ζήτημα νομιμοποίησης της Κυβέρνησης. Από την πλευρά τους οι κυβερνητικοί εταίροι επέδειξαν μια ανακούφιση, καθ’ ότι, παρά τις δημοσκοπικές προβλέψεις -και ειδικά για το δεύτερο τη τάξει κόμμα που στηρίζει την Κυβέρνηση-, στάθηκαν, εκλογικά, σε ασφαλή για τους ίδιους επίπεδα. Τα υπόλοιπα κόμματα του Κοινοβουλίου, πλην των Ανεξαρτήτων Ελλήνων, εμφανίστηκαν και αυτά με τη σειρά τους ικανοποιημένα, με τη Χρυσή Αυγή να αυξάνει τα ποσοστά της κατά δύο (2) μονάδες -ελέω κυρίως της εδραιώσεως ακραίων στοιχείων στις τάξεις των Σωμάτων Ασφαλείας και χαμηλόβαθμων υπ-αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων-, και το νεοεμφανισθέν Ποτάμι να λαμβάνει ένα αξιοπρεπέστατο 6,6%.

Γιατί όμως, ειδικά τη σήμερον ημέρα, ουδείς επιτρέπεται να πανηγυρίζει για το αποτέλεσμα των πρόσφατων Ευρωεκλογών;

Κατ’ αρχάς ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά το δημοψηφισματικό χαρακτήρα που είχε προσδώσει στη διπλή εκλογική αναμέτρηση, ενδεδυμένος με μια συνθηματολογία, εντοπιζόμενη στα πρώιμα χρόνια της πολύπαθης δεκαετίας του 80’, δεν κατάφερε να αποδείξει τη φερόμενη δυναμική και επιδοκιμασία του στην κάλπη. Το ποσοστό που έλαβε ήταν αντίστοιχο μ’ αυτό των εθνικών εκλογών του Ιουνίου του 2012, έχοντας μάλιστα απολέσει και 100.000 ψηφοφόρους. Ενώ διεκδικούσε την εκλογική του εξάπλωση σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας, η δύναμή του περιορίστηκε σε 1,5 εκατομμύριο στρατευμένους εκλογείς, προερχόμενους ως επί το πλείστον από το παλαιό, λαϊκίστικο, βαθύ και συνδικαλιστικό ΠΑΣΟΚ. Απόδειξη, το γεγονός πως, πλην των υποψηφίων της κεντρικής πολιτικής σκηνής -Γλέζος, Παπαδημούλης, Σακοράφα-, από το ευρωψηφοδέλτιό του εξελέγησαν και οι δύο (2) ’’αντιμνημονιακοί’’, κρατιστές και πρώην ’’σοσιαλιστές’’ συνταγματολόγοι, αφήνοντας εκτός παραδοσιακά στελέχη της Αριστεράς, με πολυετείς εμπειρίες μάλιστα από το Ευρωκοινοβούλιο, όπως ο Νίκος Χουντής -τουλάχιστον έτσι φαίνεται από τη μέχρι στιγμής καταμέτρηση στο 50% των εκλογικών τμημάτων-.

Αιτίες για την έλλειψη ευρύτερης στήριξης; Μα φυσικά η απουσία ενός σαφούς προγράμματος, σχετικού με την οικονομική πολιτική και την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, η πόλωση της πολιτικής ζωής, η στείρα, άνευ ουσίας και περιεχομένου, αντιπολίτευση, η κατ’ επέκταση απουσία θέλησης για συνεργασία, συναίνεση και συνεννόηση, τα διαχρονικά χάδια σε διαμαρτυρόμενους εργατοπατέρες, καθώς και το φλερτ, σε αυτοδιοικητικό επίπεδο, με τους ψηφοφόρους του φασιστικού μορφώματος. Συνεπώς, παρά τις όποιες προεκλογικές προσδοκίες και κορώνες, τις οποίες συνεχίζει προβαίνοντας σε θεσμικές παρεκτροπές, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αδίκως αυτοπροβάλλεται ως ο μεγάλος νικητής, αφού δεν κατάφερε να επεκταθεί και να συσπειρώσει ευρύτερα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Άλλωστε, ας τους υπενθυμίσουμε, ότι βάσει των αποτελεσμάτων των ευρωεκλογών, και εξαιτίας της ρητορικής και της πρακτικής που έχει ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, ο σχηματισμός μιας Κυβέρνησης με κύριο πρωταγωνιστή της τη ’’Ριζοσπαστική Αριστερά’’, καθίσταται παντελώς ανέφικτος.

Περνώντας στο άλλο στρατόπεδο του νέου, έστω και ποσοστιαίως περιορισμένου, δικομματισμού που έχει εδραιωθεί στη χώρα, η Νέα Δημοκρατία, βάσει των εκλογικών της επιδόσεων, πρέπει να θεωρείται ως μια εκ των ηττημένων της περασμένης Κυριακής -και όχι συμπαγής και δυνατή, όπως θέλει να πιστεύει και επικαλείται η προεδρική ’’αυλή’’-. Ενώ τα δύο (2) τελευταία έτη, από κοινού με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, κατάφερε να διατηρήσει τη χώρα στην ευρωζώνη, και να διορθώσει λάθη και κακοδαιμονίες του παρελθόντος, περιορίζοντας τις άσκοπες και ’’πελατειακές’’ κρατικές δαπάνες, καταπολεμώντας -έστω και σε περιορισμένο βαθμό- τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά στο Δημόσιο, εξορθολογίζοντας συνάμα τη λειτουργία των υπηρεσιών του, και ανοίγοντας το δρόμο για ένα νέο, σαφώς πιο ευέλικτο, παραγωγικό και αποτελεσματικό κράτος. Ωστόσο, παρά τα προεκτεθέντα επιτεύγματα, η κεντροδεξιά παράταξη, εν συγκρίσει με τον Ιούνιο του 2012, απώλεσε 400.000 ψήφους.

Ένα μεγάλο μέρος των παραδοσιακών της ψηφοφόρων στράφηκε σε λαϊκίστικες δυνάμεις της πάλαι ποτέ ’’κεντροδεξιάς πολυκατοικίας’’, όπως ο ΛΑΟΣ και το συνονθύλευμα Πολύδωρα. Άλλοι, ενθυμούμενοι το παρελθοντικό, βασιλοχουντικό οικογενειακό τους περιβάλλον, στράφηκαν σε φασιστικά σχήματα. Ένα ακόμη μέρος της, ίσως και το πιο υγιές, κεντρώο και φιλελεύθερο, επιδιώκοντας μια ριζικότερη αλλαγή στις τάξεις του κράτους και του τρόπου λειτουργίας της οικονομίας μας, και της πολιτικής μας εν γένει ζωής, ψήφισε κατά κύριο λόγο τις Γέφυρες και το Ποτάμι.

Ποιά θα πρέπει όμως, να είναι η επόμενη μέρα της φιλελεύθερης κεντροδεξιάς παράταξης, ούσα μάλιστα αυτή τη στιγμή ο βασικός κυβερνητικός εταίρος;

Θα ήταν μέγιστο λάθος εάν ο πρόεδρος και τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας εκλάβουν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών ως πλήρη αποδοκιμασία εκ μέρους της κοινωνίας. Εάν δηλαδή, υποτασσόμενοι στις σειρήνες της ανευθυνότητας και του λαϊκισμού, κάνουν στροφή 180 μοιρών και κατευθυνθούν σε ’’φιλολαϊκές’’, παροχικές και αμιγώς ψηφοθηρικές πολιτικές, αναιρώντας την προσπάθεια των δύο (2) τελευταίων χρόνων. Θα ήταν επίσης μείζον ολίσθημα, εάν παραδομένοι στις παλαιοκομματικές κραυγές, που βλέπουν με μισό μάτι τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στη συγκυβέρνηση, προέβαιναν σε μια ’’δεξιά’’, προσωποπαγή, ’’μπαλτακική’’ πολιτική. Το τελευταίο ενδεχόμενο, άλλωστε, αποκλείεται παντελώς, καθώς ο ελληνικός λαός, πολύ ορθά, συνεχίζει να απομακρύνεται από παλαιές πλειοψηφικές Κυβερνήσεις, δίνοντας την ψήφο εμπιστοσύνης του, τώρα αλλά και για την επόμενη δεκαετία, σε Κυβερνήσεις ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ.

Επομένως, στην κρισιμότητα των σημερινών περιστάσεων, η φιλελεύθερη παράταξη, από κοινού με τον κυβερνητικό της εταίρο, οφείλουν να συνεχίσουν το έργο που ξεκίνησαν πριν από δύο (2) χρόνια, με τις απαραίτητες ωστόσο διορθώσεις. Διορθώσεις ως προς την κατανομή των βαρών, εδραιώνοντας ένα σαφές, απλό και προπαντός δίκαιο φορολογικό σύστημα. Ένα σύστημα, δηλαδή, που θα κατανέμει δίκαια και αναλογικά τις φορολογικές υποχρεώσεις, που θα επιβραβεύει τους συνεπείς φορολογουμένους πολίτες, που θα δίνει ώθηση στην επιχειρηματικότητα, με μειώσεις στον ΦΠΑ και στη φορολόγηση επί των κερδών, και που θα παραμένει ανέπαφο από την καθημερινή έκδοση εγκυκλίων και αποφάσεων. Διορθώσεις επίσης, επί του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, καταδιώκοντας τους πραγματικούς φοροδιαφεύγοντες, και όχι εκείνους που, ελέω κρίσης, αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.

Επιπλέον, είναι εξαιρετικά κρίσιμο να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην κάθαρση των δημοσίων οργανισμών και υπηρεσιών από κομματικούς εγκάθετους. Είναι αδιανόητο στις Γενικές Γραμματείες Υπουργείων, στις διοικήσεις ασφαλιστικών ταμείων, οργανισμών, νομικών προσώπων του Δημοσίου και άλλων κρατικών επιχειρήσεων να συνεχίζεται, ακόμη και σήμερα, ο διορισμός αποτυχημένων πολιτευτών, στους οποίους προστρέχουν βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας για τη διεκπεραίωση αιτημάτων-ρουσφετιών της εκλογικής τους πελατείας. Γι’ αυτό και είναι άκρως απαραίτητη η υιοθέτηση ενός μοντέλου επιλογής των επικεφαλής τους αξιοκρατικά, ακομμάτιστα, μέσω εγχώριου, ή και διεθνούς, κατά περίπτωση διαγωνισμού, με κυρίαρχα κριτήρια τα προσόντα και την ικανότητα ανά προσωπικότητα.

Τα ίδια βέβαια, πρέπει να ισχύσουν και για τον επερχόμενο ανασχηματισμό -τη μοναδική, δυστυχώς, πρωθυπουργική λύση για καθετί που ταράσσει την κεντρική πολιτική σκηνή-. Θα είναι μέγα σφάλμα, στη λογική της εκλογικής ενδυνάμωσης της ’’Ελιάς’’, να προβεί ο αρχηγός της Κυβέρνησης σε μια εκ νέου αναλογική κατανομή των χαρτοφυλακίων. Ναι μεν το ΠΑΣΟΚ, είναι εν μέρει ορθό και θεμιτό να επιθυμεί να εξαργυρώσει τη στήριξή του στην κυβερνητική προσπάθεια, μέσω της μεγαλύτερης συμμετοχής του στο κυβερνητικό σχήμα. Αρκεί αυτό να πραγματοποιηθεί απολύτως αξιοκρατικά, με την επιλογή των καταλληλοτέρων προσώπων -πολιτικών ή μη- στις κυβερνητικές θέσεις, και επ’ ουδενί με το διορισμό αποτυχόντων στις πρόσφατες εκλογές, ’’στρατιωτών’’ είτε της μιας, είτε της άλλης παράταξης. Και φυσικά, επιτάσσεται στον αναμενόμενο ανασχηματισμό η σμίκρυνση του κυβερνητικού σχήματος, με την καθιέρωση λιγότερων και σταθερότερων υπουργικών δομών και θέσεων, δίχως τον παρελθόντα αναποτελεσματικό κατακερματισμό των αρμοδιοτήτων.

Τέλος, επιβάλλεται για την ελληνική Κυβέρνηση, να ανοίξει αμέσως, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, τη συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους. Έχοντας ως διαπραγματευτικά εργαλεία τις θυσίες που έχουν πραγματοποιήσει και αποδεχτεί -έστω και σιωπηλά- οι Έλληνες πολίτες στην περίοδο της κρίσης, τις δημοσιονομικές επιτυχίες-πλεονάσματα, όπως επίσης και την άνοδο του σκεπτικισμού σ’ όλη την Ευρώπη, η κυβερνητική μας ηγεσία οφείλει να ζητήσει και ν’ αγωνισθεί για την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους με χαμηλά και σταθερά επιτόκια. Να εδραιώσει, με λίγα λόγια, τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, επενδύοντας στη μέχρι σήμερα σταθερή και διορθωτική της πορεία.

Στα προαναφερθέντα αποτυπώνονται αυτά που λίγο-πολύ ζήτησαν, ως και απαίτησαν, οι πολίτες στις πρόσφατες εκλογές. Σταθερότητα, διαφάνεια, συνέπεια, αξιοκρατία. Όσοι κάνουν λόγο για απονομιμοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής, πλανώνται πλάνην οικτράν. Όσοι επίσης προσπαθήσουν να μεταλλαχθούν από συμμέτοχοι μιας σταθερής πορείας, παρά τις όποιες εκλογικές απώλειες, σε παλαιοκομματικούς ’’πατερούληδες’’, θα αφανιστούν πολιτικά. Όσοι δε κατέρχονται στην πολιτική μας ζωή για να «τ’ αλλάξουν όλα, χωρίς να γκρεμίσουνε τη χώρα», σαφώς και είναι ευπρόσδεκτοι.


Νίκος Σπ. Ζέρβας,
Πολιτικός Επιστήμονας Πανεπιστημίου Αθηνών.
ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ