Του π. Δημητρίου Μπόκου
Οι καλεσμένοι άρχισαν να καταφτάνουν απανωτά, μα η Αννίτα είχε έλθει από νωρίς και η καλή της φίλη τη βοήθησε να βολευτεί σε μιαν άνετη πολυθρόνα. Η Ρένα έτρεχε σβέλτα ανάμεσά τους, αντάλλασσε χαιρετούρες και βιαστικές κουβέντες - «πώς είσαι, Γιάννη;», «τρέλλα το φόρεμά σου, Πόπη!» και τέτοια - προσπαθώντας να τους βολέψει όλους. Το κουδούνι είχε πάρει φωτιά.
Οι καλεσμένοι άρχισαν να καταφτάνουν απανωτά, μα η Αννίτα είχε έλθει από νωρίς και η καλή της φίλη τη βοήθησε να βολευτεί σε μιαν άνετη πολυθρόνα. Η Ρένα έτρεχε σβέλτα ανάμεσά τους, αντάλλασσε χαιρετούρες και βιαστικές κουβέντες - «πώς είσαι, Γιάννη;», «τρέλλα το φόρεμά σου, Πόπη!» και τέτοια - προσπαθώντας να τους βολέψει όλους. Το κουδούνι είχε πάρει φωτιά.